Η κατοικία βρίσκεται στο Χαλάνδρι, ένα προά- στιο που με τα χρόνια διαμορφώνει ένα έντονο αστικό περιβάλλον. Πρόκειται για ένα οικόπεδο με μικρή διάσταση πρόσοψης, κάτι που σε συνδυασμό με την επιθυμία των ιδιοκτητών για το μεγαλύτερο δυνατό κήπο, οδήγησε στην επιλογή των νομοθετικών διατάξεων των χαμηλών κτιρίων για τον σχεδιασμό της κατοικίας, που μειώνουν την απόσταση από τα όμορα κτίσματα στα 2,5m.
Επιπλέον, με σκοπό τη μεγιστοποίηση του χώρου πρασίνου, η κάτοψη του ισογείου συνειδητά περορίζεται ενώ η επιτρεπόμενη κάλυψη εξαντλείται στο περίγραμμα του πρώτου ορόφου. Η επιλογή αυτή επηρεάζει ογκοπλαστικά τη μορφή του κτιρίου καθώς διαμορφώνονται με σαφήνεια δύο κυρίαρχοι όγκοι. Ένας κατακόρυφος και πιο διαπερατός με μεγάλες γυάλινες επιφάνειες που «διαβάζεται» στο ισόγειο και στο δεύτερο όροφο, και ένας ορζόντιος περισσότερο συμπαγής όγκος που προβάλει στο ενδιάμεσο επίπεδο του πρώτου ορόφου δημιουργώντας μια αίσθηση αιώρησης. Μικρά ανοίγματα εν είδει σχισμών δημιουργούν ενδιαφέρουσες εναλλαγές σκίασης και φωτισμού.
Για τη βέλτιστη υλοποίηση της αρχιτεκτονικής λύσης επιλέχθηκε μια σύμμικτη κατασκευή σκυροδέματος με μεταλλικούς προβόλους. Το λειτουργικό πρόγραμμα αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα με το υπόγειο, το ισόγειο και τον πρώτο όροφο να αποτελούν μια οικιστική ενότητα. Σε αντιδιαστολή, ο δεύτερος όροφος, με τη δική του ανεξάρτητη πρόσβαση μέσω μιας επιμήκους κλίμακας στην πλάγια όψη του κτιρίου, θα μπορούσε μελλοντικά να αποτελέσει μια αυτόνομη κατοικία σύμφωνα με την επιθυμία των ιδιοκτητών. Προχωρώντας στην ανάλυση των χώρων, στο υπόγειο συναντάμε έναν ξενώνα, καθώς και τους χώρους στάθμευσης των αυτοκινήτων και τους απαραίτητους αποθηκευτικούς και βοηθητικούς χώρους. Το ισόγειο συγκεντρώνει τους κύριους χώρους διημέρευσης δηλαδή ένα άνετο καθιστικό, την τραπεζαρία, την κουζίνα και ένα μικρό λουτρό.
H οπτική σύνδεση εσωτερικού και εξωτερικού χώρου αποτελεί τον κύριο άξονα κατασκευής της κατοικίας, πράγμα που επιτυγχάνεται με μεγάλα ανοίγματα τα οποία επιτρέπουν την «ενοποίησή» τους εξασφαλίζοντας άπλετο αερισμό και φυσικό φωτισμό
Ο πυρήνας των κατακόρυφων κινήσεων τοποθετείται κεντροβαρικά στην κάτοψη, ενώ εντάσσεται σε ένα μεγάλο αίθριο που επιτρέπει την άνετη οπτική επαφή του ισογείου χώρου με τον όροφο. Σε αυτόν βρίσκεται το κυρίως υπνοδωμάτιο με το βεστιάριο και το εσωτερικό λουτρό, καθώς και ένας χώρος γραφείου και μελέτης με θέα στο καθιστικό του ισογείου. Τέλος, ο δεύτερος όροφος αποτελείται από δυο υπνοδωμάτια με ξεχωριστά λουτρά και ένα χώρο καθιστικού που ενσωματώνει μια μικρή λειτουργική κουζίνα. Η γενική διάταξη των κατόψεων χαρακτηρίζεται από την ομαλή εναλλαγή των χώρων με γνώμονα την οπτική σύνδεση. Μεγάλα ανοίγματα επιτρέπουν τη χωρική ενοποίηση εσωτερικού και εξω- τερικού χώρου ενώ εξασφαλίζουν άπλετο αερισμό και φυσικό φωτισμό. Ο μπροστινός υπαίθριος χώρος διαμορφώνεται σε εναίο επίπεδο ισόσταθμο με αυτό του ισογείου και υπερυψωμένο σε σχέση με τη στάθμη του δρόμου, εξασφαλίζοντας έτσι την απαραίτητη ιδιωτικότητα.
Ο υπερκείμενος προβολικός όγκος του πρώτου ορόφου δημιουργεί ένα φιλόξενο εξωτερικό σκιασμένο χώρο σε συνέχεια με το κυρίως καθιστικό. Η κατοικία στο σύνολό της έχει κατασκευαστεί τηρώντας υψη- λά κριτήρια ενεργειακής απόδοσης κατά τη συνήθη πρακτική του του αρχιτεκτονικού γραφείου Χαδιώς & Συνεργάτες.. Εξωτερκά φέρει θερμοπρόσοψη με τελείωμα έγχρωμου επιχρίσματος σε υπόλευκη απόχρωση, ενώ ο αυστηρός όγκος του α’ ορόφου, επίσης με θερμοπρόσοψη, διαφοροποιείται χρωματικά με την επλογή μιας θερμής καφέ απόχρωσης. Το κέλυφος συμπληρώνεται με ενεργειακά κουφώματα θερμοδιακοπής, ενώ για τη θέρμαν- ση και τον κλιματισμό έχουν τοποθετηθεί αντλίες θερμότητας και ο αρχιτεκτονικός φωτισμός γίνεται εξολοκλήρου με τεχνολογία φωτοδιόδων (LED).